Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά
  • ΣΥΝΈΝΤΕΥΞΗ

Συνέντευξη στην Καθημερινή

Συνέντευξη του Fabio Panetta, Μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, στην Ειρήνη Χρυσολωρά

17 Οκτωβρίου 2020

Το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) εξασφαλίζει μέχρι στιγμής χαμηλότοκο δανεισμό, ιδίως για τις χώρες που το έχουν ανάγκη, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Τι προβλέπετε να συμβεί στην αγορά ομολόγων των χωρών αυτών, όταν θα λήξει το πρόγραμμα; Ανησυχείτε ότι θα "πέσουν στον γκρεμό";

Η πανδημία οδήγησε την οικονομία της ζώνης του ευρώ στη βαθύτερή της ύφεση. Η συρρίκνωση του ΑΕΠ άγγιξε διψήφιο αριθμό το δεύτερο τρίμηνο, με αντιπληθωριστικές επιδράσεις. Έτσι, η ΕΚΤ έλαβε αποφασιστικά μέτρα για να προστατεύσει την παραγωγική ικανότητα και να σταθεροποιήσει τις αγορές, παρέχοντας ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης για όλους τους τομείς της οικονομίας σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Αυτό βοήθησε με τη σειρά του να διατηρηθεί η ροή χρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας τη συνολική ζήτηση και αποτρέποντας μια εντονότερη πτώση του πληθωρισμού.

Όμως χρειάζεται να παρακολουθούμε διαρκώς την εξέλιξη της πανδημίας και των οικονομικών επιπτώσεών της. Η αναζωπύρωση των κρουσμάτων της νόσου που παρατηρούμε σε διάφορες χώρες της ζώνης του ευρώ εξασθενίζει την ανάκαμψη, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών, όπου ο δείκτης επιχειρηματικής δραστηριότητας συρρικνώθηκε τον Σεπτέμβριο.

Αυτό ενισχύει την ανάγκη για παρατεταμένη οικονομική στήριξη από τις μακροοικονομικές πολιτικές. Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να διενεργεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του PEPP τουλάχιστον μέχρι το τέλος Ιουνίου 2021, και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι το Διοικητικό Συμβούλιο να κρίνει ότι η κρίση του κορωνοϊού (COVID-19) έχει λήξει. Θα επανεπενδύουμε τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022. Και η μελλοντική σταδιακή μείωση του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στη νομισματική πολιτική. Προ πάντων, δεν θα επιτρέψουμε κανέναν περιορισμό των συνθηκών χρηματοδότησης που να εμποδίζει την επίτευξη του στόχου μας.

Υπάρχει περίπτωση να παραταθεί το PEPP πέραν του Ιουνίου του 2021 ή και να ξεπεράσει ο προϋπολογισμός του το 1,35 τρισ. ευρώ;

Ο βασικός παράγοντας που καθορίζει τις οικονομικές εξελίξεις είναι η εξέλιξη της πανδημίας, η οποία επιδρά αρνητικά στις επενδύσεις και την κατανάλωση. Σύμφωνα με στοιχεία έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προθέσεις των νοικοκυριών της ζώνης του ευρώ για αποταμίευση διαμορφώθηκαν τον Σεπτέμβριο στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από την έναρξη της σχετικής σειράς στοιχείων το 2000. Οι τρέχουσες εξελίξεις σε ό,τι αφορά την πανδημία δεν είναι θετικές. Επιπλέον του άμεσου αντίκτυπού τους στις δαπάνες, η αβεβαιότητα είναι πιθανόν να αυξηθεί σημαντικά, με αρνητικές επιπτώσεις τόσο στις οικονομικές προοπτικές όσο και στο ισοζύγιο των κινδύνων.

Ο υφιστάμενος και ο αναμενόμενος πληθωρισμός βρίσκονται ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Τον Σεπτέμβριο ο μετρούμενος πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ ήταν αρνητικός (−0,3%) για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, ενώ ο πληθωρισμός χωρίς τις ευμετάβλητες συνιστώσες της ενέργειας και των ειδών διατροφής ήταν 0,2%. Οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ προέβλεψαν ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί σε μόλις 1,3% το 2022, αλλά τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει κίνδυνος η δυναμική του να είναι ασθενέστερη από την προβλεπόμενη. Οι βασιζόμενες στην αγορά προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι συγκρατημένες. Οι προσδοκίες των καταναλωτών για τον πληθωρισμό μειώνονται συνεχώς από τον Απρίλιο.

Ενόψει του μεγέθους και μόνο των καθοδικών κινδύνων, δεν θα πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία για την αποφασιστικότητά μας να διατηρήσουμε τη σταθερότητα των τιμών. Είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε καταλλήλως όλα τα εργαλεία που διαθέτουμε προκειμένου να επιτύχουμε την επιδίωξή μας να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό σε επίπεδα συμβατά με τον μεσοπρόθεσμο στόχο μας κατά τρόπο διαρκή. Στη διάρκεια της πανδημίας προσαρμόσαμε ήδη ορισμένα από τα εργαλεία μας και αυτό αποδείχθηκε αποτελεσματικό.

Αισθάνεστε ότι η ΕΚΤ έκανε και πάλι περισσότερα από όσα της αναλογούσαν στη διάρκεια αυτής της κρίσης; Θα μπορέσει η νομισματική πολιτική να επανέλθει στην κανονικότητα έπειτα από μια τόσο εκτεταμένη ποσοτική χαλάρωση;

Τα μέτρα νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής ήταν ζωτικής σημασίας για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στη διάρκεια της κρίσης, διευκολύνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις απαραίτητες προσπάθειες διαφύλαξης της δημόσιας υγείας.

Τα σφάλματα που συνδέθηκαν με προηγούμενα επεισόδια δεν επανελήφθησαν. Η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική αντέδρασαν γρήγορα στη διαταραχή και ενίσχυσαν η μία την άλλη. Μαζί, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική αύξησαν την εμπιστοσύνη.

Μια διστακτική στάση πολιτικής στην παρούσα συγκυρία θα είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την έρευνά μας για τις τραπεζικές χορηγήσεις οι τράπεζες θα υιοθετούσαν πολύ αυστηρότερα πιστοδοτικά κριτήρια σε περίπτωση που διακόπτονταν τα σχήματα δημόσιων εγγυήσεων δανείων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει βιώσιμες κατά τα άλλα επιχειρήσεις και φερέγγυα νοικοκυριά σε κατάσταση αφερεγγυότητας. Παρόμοιες συνέπειες θα μπορούσαν να προκληθούν από μια σύσφιξη των συνθηκών χρηματοδότησης.

Ο μόνος τρόπος για να επιστρέψει η νομισματική πολιτική στην κανονικότητα στο μέλλον είναι να στηριχθεί δυναμικά η οικονομία σήμερα.

Η αλλαγή του στόχου για τον πληθωρισμό που ανακοίνωσε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ασκεί πίεση στην ΕΚΤ να ακολουθήσει κι αυτή μια πιο χαλαρή πολιτική;

Η επανεξέταση της στρατηγικής μας έχει δρομολογηθεί και σε αυτήν θα εστιάσουν σε μεγάλο βαθμό οι εργασίες μας το επόμενο έτος. Στόχος της είναι να εξασφαλίσει ότι η στρατηγική νομισματικής πολιτικής μας είναι κατάλληλη για τον σκοπό που υπηρετεί, τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον.

Κάποιες από τις παγκόσμιες εξελίξεις που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έλαβε υπόψη κατά την επανεξέτασή της είναι συναφείς και για τη δική μας νομισματική πολιτική σήμερα. Πιο συγκεκριμένα, η έντονη μείωση του «φυσικού» επιτοκίου – δηλαδή του επιτοκίου στο οποίο η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής είναι ουδέτερη – που παρατηρείται στις προηγμένες οικονομίες περιπλέκει το έργο της νομισματικής πολιτικής, καθώς περιορίζει το περιθώριο για άσκηση επεκτατικής πολιτικής μέσω της μείωσης των επιτοκίων. Αυτό έχει τρεις βασικές συνέπειες.

Πρώτον, θα πρέπει να μειώσει την ανοχή μας σε σχέση με τη μετακίνηση του πληθωρισμού προς επίπεδα χαμηλότερα από τον στόχο μας και να μας κάνει να αντιμετωπίσουμε τον στόχο μας για τον πληθωρισμό ως απόλυτα συμμετρικό. Δεύτερον, τα μέσα που έχουμε ενεργοποιήσει τα τελευταία χρόνια – όπως οι αγορές στοιχείων ενεργητικού και τα στοχευμένα δάνεια προς τις τράπεζες – υπήρξαν καθοριστικά για τον περιορισμό του κινδύνου αποπληθωρισμού και θα πρέπει να τα διατηρήσουμε στην εργαλειοθήκη μας. Αυτό θα είχε σταθεροποιητική επίδραση και θα μείωνε την πιθανότητα να χρειαστεί να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα μέσα πάλι στο μέλλον. Και τρίτον, δείχνει ότι σε ακραίες καταστάσεις, όπως όταν τα επιτόκια βρίσκονται κοντά στο κατώτερο όριο, είναι πολύ σημαντικό η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική να ενισχύουν η μία την άλλη.

Σε τι βαθμό το πακέτο των 750 δισ. ευρώ του Next Generation EU (NGEU) διευκολύνει τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ;

Το πακέτο ανάκαμψης NGEU μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη μελλοντική πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η ανακοίνωση και μόνο για το ταμείο ανάκαμψης συνέβαλε στην περαιτέρω μείωση του κατακερματισμού και στη στήριξη του οικονομικού κλίματος.

Τώρα όμως πρέπει να ενεργοποιήσουμε το NGEU γρήγορα και να το χρησιμοποιήσουμε για παραγωγικές δαπάνες – με άλλα λόγια, για τη χρηματοδότηση επενδύσεων – στο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη. Είναι καίριας σημασίας τα κεφάλαια να καταστούν διαθέσιμα στις αρχές του 2021 προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν επιπτώσεις δημοσιονομικού βαράθρου (fiscal cliff effects). Και αυτά τα κεφάλαια να διοχετευτούν στους τομείς οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν ισχυρούς παράγοντες ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Η σύνδεση χρηματοδότησης της ανάκαμψης και των μεταρρυθμίσεων θα ενδυναμώσει περαιτέρω τους πολλαπλασιαστές των δαπανών για την ανάκαμψη.

Πόσο χρόνο θεωρείτε ότι θα πάρει στην ευρωπαϊκή οικονομία να επανέλθει στα προ κορωνοϊού επίπεδα; Τι προτεραιότητες πρέπει να βάλει η Ευρώπη στη διαδικασία αυτή;

Το πρώτο εξάμηνο του έτους, το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ μειώθηκε κατά 15% και σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα μόνο στο τέλος του 2022. Ωστόσο, η επαναφορά αυστηρότερων μέτρων περιορισμού του ιού που παρατηρούμε σε διάφορες χώρες της ζώνης του ευρώ μπορεί να μεταθέσει τον ορίζοντα ακόμη μακρύτερα.

Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος μια βραδεία ανάκαμψη να επιτείνει τις αποκλίσεις μεταξύ τομέων και χωρών: όσο περισσότερο καθυστερεί η επάνοδος στα προ κρίσης επίπεδα τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο αντίκτυπος στις αποκλίσεις και στην ανισότητα. Τα ευρωπαϊκά μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής περιορίζουν αυτόν τον κίνδυνο, αλλά δεν μπορούν να τον εξαλείψουν. Είναι αναγκαίο να επιστρέψουμε γρήγορα στην ανάπτυξη.

Πώς θα μπορούσαν τα ελληνικά ομόλογα να καταστούν επιλέξιμα στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme – PSPP), και όχι μόνο στο πλαίσιο του PEPP, δεδομένου ότι εξακολουθούν να μην είναι επενδυτικής βαθμίδας;

Το PSPP ακολουθεί ένα σαφές πλαίσιο κανόνων που αφορούν την επιλεξιμότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων και τους όρους εφαρμογής. Με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν είναι προς το παρόν επιλέξιμα για το πρόγραμμα. Πραγματοποιήσαμε όμως παρεμβάσεις για να καταπολεμήσουμε τις συνέπειες της κρίσης COVID-19 με ποικίλα μέσα. Η ένταξη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο PEPP έχει σταθεροποιήσει τις συνθήκες χρηματοδότησης στην Ελλάδα. Οι αποδόσεις των ελληνικών δεκαετών κρατικών ομολόγων έχουν μειωθεί σημαντικά από την έναρξη του PEPP και σήμερα διαμορφώνονται σε 0,8%, δηλαδή κάτω από τα προ της πανδημίας επίπεδα.

Η Ελλάδα, μια ήδη υπερχρεωμένη χώρα, θα επιβαρυνθεί από την πανδημία με επιπλέον χρέος. Θα είναι βιώσιμο ένα τέτοιο χρέος;

Η Ελλάδα έχει πολύ υψηλή δανειακή επιβάρυνση, αλλά η διάρκεια αποπληρωμής του χρέους της είναι πολύ μεγάλη και το κόστος εξυπηρέτησής του εξακολουθεί να είναι χαμηλό, όπως δείχνουν άλλωστε και οι πρόσφατες επιτυχημένες εκδόσεις ομολόγων. Οι προκαταρκτικές αξιολογήσεις σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, τις οποίες πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την επιλεξιμότητα χωρών της ζώνης του ευρώ για το μέσο «Ενίσχυση για την πανδημική κρίση» (Pandemic Crisis Support) του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο.

Τα μέτρα που έλαβαν οι ελληνικές αρχές, καθώς και αυτά που συμφωνήθηκαν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα πρέπει να στηρίξουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, επιτρέποντας στους λόγους χρέους να υποχωρήσουν με την πάροδο του χρόνου. Πέρα από τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα – όπου η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να διαχειριστεί τον αντίκτυπο της κρίσης – είναι εξαιρετικά σημαντικό όλοι οι πόροι να διατεθούν για την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας και οι κατάλληλες επενδύσεις να συνοδευτούν από μεταρρυθμίσεις που στηρίζουν τη δυνητική ανάπτυξη και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους.

Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των υψηλότερων δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) που θα επιφέρει η κρίση της πανδημίας; Συγκεκριμένα, θα μπορέσει η Ελλάδα, η οποία ήδη πριν από την πανδημία είχε υψηλό απόθεμα ΜΕΔ, να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα με το σχέδιο «Ηρακλής» ή θα χρειαστεί να πάρει κι άλλα μέτρα; Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έχει ήδη προτείνει να συσταθεί εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού ως το επόμενο βήμα, πρόταση που φαίνεται να βλέπει θετικά και ο ΟΟΣΑ.

Ο μέσος δείκτης ΜΕΔ του ελληνικού τραπεζικού τομέα ήταν 36,7% το β’ τρίμηνο του 2020. Τέτοια υψηλά επίπεδα ΜΕΔ επηρεάζουν αρνητικά τη φερεγγυότητα και την κερδοφορία των τραπεζών. Αυτό, με τη σειρά του, περιορίζει την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν νέες πιστώσεις στην οικονομία, με αρνητικές συνέπειες για την οικονομική ανάπτυξη.

Το σχέδιο προστασίας στοιχείων ενεργητικού «Ηρακλής» θα συνεχίσει να συμβάλλει σε βιώσιμες πωλήσεις ΜΕΔ και να στηρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών τραπεζών να επιτύχουν πιο βιώσιμα επίπεδα ΜΕΔ μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, ακόμη και με αυτή την επίσπευση των πωλήσεων ΜΕΔ, τα επίπεδα που θα προκύψουν για τις ελληνικές τράπεζες είναι πιθανόν να εξακολουθήσουν να βρίσκονται πολύ πάνω από τον μέσο όρο των τραπεζών που υπόκεινται στην ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να εξεταστούν όλες οι επιλογές για τη μείωσή τους. Πρώτα από όλα, οι μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα θα πρέπει να διευκολύνουν τη διαδικασία μείωσης των ΜΕΔ. Επιπλέον, θα πρέπει να γίνει ενδελεχής ανάλυση περαιτέρω εργαλείων τα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν στο πλαίσιο των μέσων που χρησιμοποιούνται για την επίλυση του ζητήματος των ΜΕΔ.

Για αυτά τα ζητήματα η ΕΚΤ συνεργάζεται στενά με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος.

Η Ελληνική Κυβέρνηση δημοσίευσε πρόσφατα την πρότασή της για το νέο πτωχευτικό πλαίσιο, τον λεγόμενο «Κώδικα ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας». Τι γνώμη έχετε για αυτό; Είναι ικανοποιητικό; Θα βοηθούσε να τεθεί ένα τέλος στο φαινόμενο των στρατηγικών κακοπληρωτών και να αποκατασταθεί η κουλτούρα πληρωμών στην Ελλάδα;

Για το θέμα αυτό ετοιμάζουμε επί του παρόντος επίσημη γνώμη. Η ΕΚΤ είχε πολύ εποικοδομητικές συζητήσεις με τις ελληνικές αρχές για αυτή τη μείζονα μεταρρύθμιση. Οι εργασίες συνεχίζονται ακόμη σε ό,τι αφορά το πρωτογενές και το παράγωγο δίκαιο καθώς και την υποδομή των πληροφοριακών συστημάτων, δεδομένου ότι ένας σημαντικός αριθμός των προβλεπόμενων διαδικασιών πρόκειται να διενεργείται ηλεκτρονικά. Είναι εξαιρετικά σημαντικό η μεταρρύθμιση να αυξήσει την αποτελεσματικότητα των δικαστικών και μη δικαστικών διαδικασιών, να βελτιώσει την αποδοτικότητα των πτωχευτικών διαδικασιών και να απλουστεύσει τις διαδικαστικές απαιτήσεις καθώς και να βελτιώσει τη νοοτροπία των δανειοληπτών ως προς την αποπληρωμή οφειλών.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας

Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.

Εκπρόσωποι Τύπου